Κεφάλαιο 1
ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ
¨Ο Astrathiel είναι καθ’ οδόν. Έχει συγκαλέσει όλο το συμβούλιο.¨
¨Ναι το ξέρω. Θ ανακοινώσει το μεγάλο του σχέδιο για να κερδίσουμε τον πόλεμο.¨
¨Έχεις ιδέα τι μπορεί να είναι;¨
¨Τον ξέρεις τον αδερφό Astrathiel. Ποτέ δεν αποκαλύπτει τίποτα μέχρι να είναι έτοιμος.¨
Ο ήχος για την συγκέντρωση του συμβουλίου ακούστηκε σε όλο το σκάφος. Όλα τα μέλη του συμβουλίου ξεκίνησαν να συρρέουν προς την αίθουσα των Αρχαίων.
¨Απ’ ότι φαίνεται σύντομα θα μάθουμε το μεγάλο του σχέδιο…¨
Η αίθουσα των Αρχαίων ήταν ένα μεγάλο στρογγυλό δωμάτιο ντυμένο με πράσινο γρανίτη και διακοσμημένο με τα αγάλματα των πιο σημαντικών oldone της ιστορίας τους. Το ταβάνι χανόταν αρκετά μέτρα ψηλά σε ένα κρυστάλλινο θόλο που επέτρεπε στο ασημένιο φως του φεγγαριού να φωτίζει τον χώρο. Ο γηραιότερος των oldone σήμανε την έναρξη του συμβουλίου καλώντας τον αδερφό Astrathiel να ανέβει στο βάθρο του ομιλητή.
¨Αδέλφια μου, όλοι ξέρουμε ότι ο πόλεμος με τους C’tan μας έχει αποδυναμώσει πολύ. Έχουμε δημιουργήσει πολλά πλάσματα αλλά κανένα δεν μπορεί να μας βοηθήσει στην μάχη μ’ αυτόν τον αντίπαλο ο οποίος καταστρέφει τον ένα κόσμο μετά τον άλλον. Είναι γνωστό σε όλους σας πως τα σημαντικότερα δημιουργήματα μας, κόσμοι ολόκληροι που έχουμε δημιουργήσει έχουν καταστραφεί από αυτούς. Μόνη μας ελπίδα η δημιουργία πλασμάτων φτιαγμένα από ένα κομμάτι της ψυχής μας.¨
Στο άκουσμα των τελευταίων λέξεων ψίθυροι άρχισαν να ξεχύνονται σε όλη την αίθουσα. Κάποιοι έμειναν με το στόμα ανοιχτό. Ο Amariel, ο γηραιότερος, αυτός που άνοιξε την συνεδρίαση πετάχτηκε όρθιος τείνοντας το δάχτυλο του προς τον Astrathiel.
¨Τι βλάσφημα λόγια είναι αυτά που ξεστόμισες αδελφέ Astrathiel. Tο ξέρεις πολύ καλά πως αυτό απαγορεύεται από τους νόμους μας. Δεν νοείται δημιούργημα μας να έχει κομμάτι της ιερής ψυχής μας. Τα αποτελέσματα μιας τέτοιας πράξης είναι άγνωστα και πιθανότατα επικίνδυνα.¨
Ο Astrathiel υψώνοντας την φωνή του έκανε τους ψίθυρους να σωπάσουν.
¨Τα αποτελέσματα μίας τέτοιας πράξης δεν είναι επικίνδυνα και πλέον δεν είναι άγνωστα.¨ Υψώνοντας το χέρι του έκανε νόημα στον υπηρέτη του ο οποίος άνοιξε την μεγάλη πόρτα αφήνοντας το πλήθος με το στόμα ανοιχτό. Στην αίθουσα μπήκαν τρία πλάσματα τα οποία υποκλίθηκαν στον Astrathiel.
¨Περάστε παιδιά μου, περάστε αδέρφια μου. Ιδού το δημιούργημα της ψυχής μου, όπως βλέπετε δεν υπάρχει κίνδυνος, μόνο μαγεία, δύναμη και λύση στο πρόβλημα μας. Καθένας τους έχει μια ιδιαιτερότητα, κάτι που τον κάνει μοναδικό. Και οι τρεις μαζί θα εξαλείψουν τους C’tan και θα φέρουν πάλι την ευημερία σε ότι έχουμε δημιουργήσει. Αυτός που στέκεται μπροστά είναι ο Khorne, ο πολεμιστής, η δύναμη του και η δεξιοτεχνία του στα όπλα είναι απαράμιλλη. Ο δεύτερος είναι ο Tzeentch, κάτοχος της γνώσης και της στρατηγικής και ο τρίτος είναι ο Nurgle, η αντοχή του δεν συγκρίνεται με τίποτα.¨
Ο γηραιός έδιωξε τα απλά μέλη του συμβουλίου ζητώντας να παραμείνουνε μόνο τα υψηλά μέλη. Ακολούθησαν σκληρά λόγια προς τον Astrathiel για την απερισκεψία του και την κατάφορη παράβαση του βασικότερου νόμου των oldone. Μετά από πολλές ώρες διαλόγου αποφασίστηκε πως από την στιγμή που αυτά τα πλάσματα ήρθαν στην ζωή, έστω και παραβαίνοντας τον νόμο, τους άξιζε μια ευκαιρία. Μέσα στις επόμενες μέρες θα στέλνονταν να σώσουν ένα κόσμο, ένα δημιούργημα των oldone που δεχόταν επίθεση από τους C΄tan. Η ικανοποίηση του Astrathiel ήταν τέτοια που το χαμόγελο του δεν έλεγε να φύγει από τα χείλη του.
Κεφάλαιο 2
ΕΚΤΟΣ ΕΛΕΓΧΟΥ
Τα τρία αδέρφια επιτέθηκαν στους C’tan με απίστευτη αγριότητα. Θανάτωσαν μέχρι και τον τελευταίο. Όταν δεν υπήρχε πια εχθρός άρχισαν να καταστρέφουν ότι βρέθηκε μπροστά τους. Μια καταστρεπτική φρενίτιδα τους είχε κυριεύσει κάνοντας ακόμα και τον Αstrathiel να εκπλαγεί με την βαρβαρότητα που έκρυβαν μέσα τους τόσο καλά που ούτε και ο ίδιος ο δημιουργός τους δεν μπόρεσε να διακρίνει. Η καταστρεπτική τους μανία σταμάτησε έπειτα από επέμβαση του ίδιου του Astrathiel. Οι καταστροφές που προκλήθηκαν καταλογίστηκαν εξολοκλήρου στους C’tan και έτσι το σχέδιο του Astrathiel δεν τέθηκε υπό αμφισβήτηση. Στις μέρες που ακολούθησαν ο Astrathiel δημιούργησε ¨το κουτί¨, ένα αντικείμενο το οποίο είχε την δύναμη να σταματήσει ή ακόμα και να φυλακίσει ακόμα και έναν Oldone. Με το κουτί αυτό κατάφερε να κοντρολάρει την καταστροφική μανία των τριών αδερφών. Ο ένας κόσμος ελευθερωνόταν μετά τον άλλον φτάνοντας τους C’tan στο χείλος της εξαφάνισης. Αδύναμοι πλέον να ανταπεξέλθουν στον πόλεμο αυτό οι τελευταίοι εν ζωή C’tan παραδόθηκαν στους Oldone όπου και φυλακίστηκαν σ’ ένα μέρος όπου ο ίδιος ο Astrathiel είχε σχεδιάσει.
Όσο ο καιρός περνούσε η δίψα για καταστροφή και θάνατο όλο μεγάλωνε μέσα στα τρία αδέρφια, που μέσα από τις μάχες είχαν αυξήσει την δύναμη τους σε σημείο που κανείς δεν φανταζόταν. Η οργή τους όντας πλέον ανεξέλεγκτη έφερε το μεγάλο ξέσπασμα. Χωρίς κανείς να το περιμένει τα τρία αδέρφια που όλοι θαύμαζαν ξεκίνησαν μια ανελέητη επίθεση ενάντια στους Oldone. Τα νέα της μεγάλης καταστροφής έφτασαν και στο συμβούλιο που εκείνη την στιγμή συνεδρίαζε. Βλέμματα με ανάμικτα συναισθήματα έπεσαν πάνω στον Astrathiel o οποίος πάγωσε στο άκουσμα των γεγονότων. Χωρίς δεύτερη σκέψη ο Astrathiel έτρεξε να βρει τα δημιουργήματα του έχοντας πάντα μαζί του ¨το κουτί¨. Φτάνοντας στον τόπο της καταστροφής αντίκρισε τα παιδιά του, τα αδέλφια του όπως τα αποκαλούσε, να καταστρέφουν με μια απίστευτη ευχαρίστηση στα πρόσωπα τους. Ένα δάκρυ έτρεξε από τα μάτια του Astrathiel όχι όμως για τους νεκρούς Oldone αλλά γιατί ήξερε τι έπρεπε να κάνει στα τρία αδέρφια. ¨Το κουτί ¨ ενεργοποιήθηκε αφήνοντας μια μπλε λάμψη η οποία σαν κεραυνός χτύπησε το καθένα από τα αδέρφια στο στήθος. Ο πόνος, η αγωνία και ο θυμός ήτανε μερικά από τα συναισθήματα που ήταν ευδιάκριτα στα μάτια τους. Όσο κι αν πάλευαν δεν κατάφεραν να ξεφύγουν και τελικά κλείστηκαν μέσα στο κουτί.
Το συμβούλιο των Oldone κάλεσε τον Astrathiel σε απολογία. Σύσσωμο το συμβούλιο καταδίκασε τα τρία αδέρφια και αποφάσισε την βαρύτερη τιμωρία που υπήρχε στους νόμους τους, εξορία στη δύνη. Στο άκουσμα της απόφασης ο Astrathiel έχασε την ψυχραιμία του και φωνάζοντας προσπαθούσε να αλλάξει γνώμη στο συμβούλιο. Εκτός εαυτού πλέον, απειλώντας τους πάντες στο συμβούλιο, ανάγκασε τον γηραιό να τον πετάξει από την αίθουσα. Η απόφαση πλέον ήταν τελεσίδικη. Το μυαλό του Astrathiel από εκείνη την στιγμή χάθηκε στα μονοπάτια του μίσους απέναντι σ΄αυτούς που θεωρούσε ότι τον ζήλευαν επειδή χάρη σ΄αυτόν κερδήθηκε ο πόλεμος και με την απόφαση αυτή προσπαθούσαν να τον αποδυναμώσουν. Καθώς απομακρυνόταν ψέλλιζε συνέχεια :
¨Με ζηλεύουν, με ζηλεύουν…¨.
Κεφάλαιο 3
ΑΙΩΝΙΑ ΦΥΛΑΚΗ
Η πύλη άρχισε να ενεργοποιείται. Η επιφάνεια της έμοιαζε με παλλόμενο υδράργυρο. Όλο το συμβούλιο ήταν εκεί για να παρακολουθήσει την εκτέλεση της ποινής. Ο Astrathiel προσπαθούσε να κρύψει την οργή που τον κατέκλυζε. Τα χέρια του έτρεμαν, η ώρα είχε φτάσει. Έτεινε τα χέρια του που κρατούσαν σφιχτά ¨το κουτί¨ προς την πύλη και το ενεργοποίησε. Η μπλε λάμψη του κουτιού χτύπησε την πύλη και τα αδέλφια εξορίστηκαν στη δύνη. Το μυαλό του Astrathiel ήταν πλημμυρισμένο από οργή, φθόνο και ανάγκη για εκδίκηση. Όσο καλά κι αν το έκρυβε αυτό υπήρχε ένας Oldone που το διέκρινε. Ο γηραιός φοβούμενος ένα ξέσπασμα του Astrathiel τον έστειλε σε ένα πρωτόγονο πλανήτη με σκοπό τη δημιουργία ενός νέου κόσμου. Στο άκουσμα της διαταγής ο Astrathiel συνοφρυώθηκε. Το πρώτο πράγμα που σκέφτηκε ήταν πως έψαχναν ένα τρόπο να τον στείλουν μακριά. Του ήταν πλέον φανερό, τον ζήλευαν, τον φοβόντουσαν. Μη μπορώντας να αρνηθεί την διαταγή ξεκίνησε για τον άγνωστο πλανήτη μαζί με μία ομάδα ¨δημιουργών¨. Σε όλο το ταξίδι έμεινε μόνος και το μόνο που έκανε ήταν να ψελλίζει όπως έκανε τον τελευταίο καιρό: ¨Με φοβούνται, με ζηλεύουν..¨. Η αποχή του Astrathiel από την ¨δημιουργία¨ ήταν φανερή σε όλους. Πέρναγε τον περισσότερο καιρό του απομονωμένος. Έβγαινε μόνο για να ελέγξει την ¨δημιουργία¨. Το βλέμμα του πλέον ήταν απαξιοτικό όταν κοιτούσε τους Slann, κατώτερα δημιουργήματα, ανάξια μπροστά στην δική του ¨δημιουργία¨, τη ¨δημιουργία¨ που του στέρησαν από την ζήλεια τους και τον φόβο τους.
Τα τρία αδέρφια προσπαθούσαν να κατανοήσουν τον άυλο, περίεργο κόσμο στον οποίο εξορίστηκαν. Τα πάντα εδώ λειτουργούσαν αλλόκοτα. Ο χώρος, ο χρόνος, η ενέργεια, η μαγεία. Οι αισθήσεις τους οξύνθηκαν. Μέρα με την μέρα ανακάλυπταν κάτι καινούριο, κάτι μαγευτικό. Μήπως τελικά αυτό δεν ήταν τιμωρία; Μήπως ήταν δώρο; Ο καιρός περνούσε, άλλοτε γρήγορα, άλλοτε αργά. Τα αδέρφια είχαν χωριστεί το καθένα στην δική του αναζήτηση αλλά πάντα όριζαν μια χρονική στιγμή που βρίσκονταν πάλι μαζί. Η αλλαγή τους πλέον ήταν εμφανή. Τα σώματά τους είχαν πλέον παραμορφωθεί. Η δύναμη τους είχε γίνει σχεδόν θεϊκή, ασύλληπτη. Ο καθένας είχε κάτι μοναδικό. Είχαν αρχίσει πλέον να βλέπουν και έξω από την δύνη, στον υλικό κόσμο. Είχαν αρχίσει να σχεδιάζουν την εκδίκηση τους.
Κεφάλαιο 4
ΠΡΟΔΟΣΙΑ
Σε μία από τις συναντήσεις τους τα αδέρφια αισθάνθηκαν κάτι περίεργο. Μια αναταραχή στην δύνη που όμοια της δεν είχε γίνει ποτέ ξανά. Μία αστάθεια, μία ενέργεια τρομακτική κατέκλισε τον κόσμο τους και όλο αυτό φαινόταν να συσσωρεύεται σ’ ένα συγκεκριμένο σημείο της δύνης. Όπως ήταν φυσικό έτρεξαν στο σημείο να δουν τι ήταν αυτό. Έμειναν έκπληκτοι. Ήταν μπροστά στην γέννηση ενός πλάσματος. Όσο το παρατηρούσαν κατάλαβαν πως η δημιουργία του ήταν προϊόν συναισθημάτων που προέρχονταν από μία φυλή στον υλικό κόσμο.
Τα νέα έφτασαν στον Astrathiel ο οποίος τα άκουσε προσεκτικά. Αναφέρονταν σε μια νέα απειλή για τους Oldone. Ήταν η φυλή των Necron που τους εναντιώθηκε. Δεν ήταν κάτι σημαντικό, τεχνολογικά δεν ήταν σε θέση να τους απειλήσουν. Τα ταξίδια τους ήταν αργά, δεν γνώριζαν για τα ταξίδια μέσω της δύνης. Το μόνο ανησυχητικό ήταν ότι τα όπλα τους ήταν υπερβολικά δυνατά. Στις μέχρι τώρα συμπλοκές τους είχαν τρομερές απώλειες, ακόμα και ήττες. Στις μέρες που ακολούθησαν ο Astrathiel πήρε μια απόφαση που θα άλλαζε την ροή των γεγονότων. Είχε έρθει η ώρα της εκδίκησης. Θα έδειχνε στους Oldone ποιος ήταν πιο δυνατός, θα τους έδειχνε τον λόγο που όλοι τον ζήλευαν. Χωρίς να χάσει χρόνο ξεκίνησε το ταξίδι του για ένα μέρος που γνώριζε καλά, καλύτερα από τον καθέναν. Ήταν ένα μέρος που ο ίδιος είχε δημιουργήσει, μία φυλακή, την φυλακή των C’tan. Γνωρίζοντας κάθε μυστικό πέρασμα, εισήλθε στην φυλακή χωρίς να γίνει αντιληπτός. Βαριά οπλισμένος και με την γνώση του χώρου δεν υπήρχε ελπίδα για τους λιγοστούς φύλακες. Η πόρτα του κελιού άνοιξε και έκπληκτοι οι C’tan είδαν τους πάντες νεκρούς, τους πάντες εκτός από έναν. Ο Astrathiel στεκόταν με τα όπλα του να σημαδεύουν τους C’tan.
¨Θέλετε να πάρετε εκδίκηση; Θέλετε να καταστρέψετε τους Oldone;¨
Ένα χαμόγελο ήταν αρκετό σαν απάντηση στο ερώτημα του. Το σχέδιο ήταν απλό. Οι C’tan θα έδινα στους Necron την γνώση που τους έλειπε. Θα έπιαναν τους Oldone στον ύπνο. Η εκδίκηση είχε αρχίσει. Η επίθεση στους Oldone θα του έδινε την ευκαιρία να ελευθερώσει την πηγή της δύναμης του, τα παιδιά του, τα αδέρφια του…
Κεφάλαιο 5
¨ΤΟ ΚΟΥΤΙ¨
Μετά την βοήθεια των C’tan οι Necron έγιναν ασταμάτητοι. Οι Oldone ήταν στο χείλος της καταστροφής και όλες οι προσπάθειες τους απέτυχαν. Το πολεμικό συμβούλιο των Oldone έγινε σε ένα κλίμα θλίψης και απογοήτευσης ακριβώς αυτό που ο Astrathiel ήθελε για να βάλει το σχέδιο του σε εφαρμογή. Όταν πήρε τον λόγο μίλησε με λύπη για τις χαμένες ψυχές των Oldone και τα σκληρά του λόγια, για τους υπεύθυνους της απόδρασης των C’tan, ήχησαν σαν αστραπές στην αίθουσα. Φυσικά κανείς δεν γνώριζε ότι υπεύθυνος ήταν ο ίδιος ο Astrathiel. Όλων τα βλέμματα ήταν γεμάτα πόνο. Τότε ήταν που ο Astrathiel πρότεινε το σχέδιο του. Την ελευθέρωση των τριών αδερφών.
Τα τέσσερα αδέρφια παρακολουθούσαν τα γεγονότα από την δύνη. Ο Tzeentch με όλη του την τέχνη άρχισε την δική του πλεκτάνη. Η ώρα της εκδίκησης ερχόταν…
Το σχέδιο του Astrathiel ακούστηκε σαν η μόνη λύση, κανείς δεν το αμφισβήτησε, κανείς εκτός από τον γηραιό. Η δύναμη της πλειοψηφίας όμως δεν άφηνε περιθώρια. Ο Astrathiel πέτυχε τον σκοπό του. Στο μυαλό του έρχονταν εικόνες που όλοι τον υπηρετούσαν. Με τα αδέρφια σαν όπλο θα ήταν ο μόνος κυρίαρχος και θα δημιουργούσε ένα τέλειο σύμπαν. Μόνος αυτός ήταν άξιος δημιουργός.
Μπροστά στην πύλη ήταν ο Astrathiel και το συμβούλιο. Τα χέρια του Astrathiel κρατούσαν σφιχτά ¨το κουτί¨. Η πύλη ενεργοποιήθηκε και τα αδέρφια βγήκαν και πάλι στον υλικό κόσμο. Προς έκπληξη όλων δεν ήταν τρία αλλά τέσσερα τα πλάσματα. Ο Astrathiel σάστισε, έβλεπε κάτι τελείως αλλόκοτο, είχε φτιάξει τρία παιδιά και κανένα δεν έμοιαζε μ’ αυτά τα πλάσματα. Η φωνή του Tzeentch ήταν πλέον τσιριχτή:
¨Δεν μας αναγνωρίζεις πατέρα, αδερφέ μας; Εμείς είμαστε. Η τιμωρία μας άλλαξε αλλά είμαστε ακόμα ίδιοι. Αυτός είναι ο Slaanesh, πρόθυμος να ακολουθήσει εσένα, είναι ένας από εμάς.¨
Χωρίς δεύτερη σκέψη ο Astrathiel μίλησε:
¨Σφάξε τους όλους, όλο το συμβούλιο.¨
Όλοι πάγωσαν, κανείς δεν περίμενε κάτι τέτοιο. Μόνο ο γηραιός έμεινε ήρεμος έτοιμος για τον βέβαιο θάνατο. Τα αδέρφια ξεχύθηκαν πάνω στο συμβούλιο. Ο θάνατος των Oldone ήταν εμφανώς διασκεδαστικός για τα αδέρφια. Ο Astrathiel ακούμπησε ¨το κουτί¨ δίπλα σε ένα από τα καθίσματα και κινήθηκε προς τον γηραιό. Τον σκότωσε με τα ίδια του τα χέρια λέγοντας συνέχεια ¨Είστε κατώτεροι μου¨. Όταν η σφαγή τελείωσε ο Astrathiel πήρε ¨το κουτί¨ στα χέρια του και μίλησε στα αδέρφια:
¨Παιδιά μου ήρθε η ώρα. Μόνο μας εμπόδιο οι C’tan και οι Necron. Όταν τους εξοντώσουμε εμείς θα κυβερνήσουμε.¨
Το γέλιο από τα αδέρφια ήταν εκκωφαντικό.
¨Όχι αδερφέ μου… εσύ κάνε ότι θέλεις, εμείς έχουμε άλλα σχέδια.¨
Κινήθηκαν επιθετικά προς το μέρος του. Γρήγορα ο Astrathiel ύψωσε ¨το κουτί¨ και το ενεργοποίησε. Τίποτα όμως δεν έγινε. Μάλλον χρειάζεσαι αυτό, είπε ο Tzeentch. Ένα πλάσμα μικρόσωμο και άσχημο όμοιο με την νέα μορφή του Nurgle κρατούσε ¨το κουτί¨ και το παρέδωσε στον Tzeentch. Δεν δημιουργείς μόνο εσύ αδερφέ μου είπε ο Tzeentch. Πλέον έχουμε και εμείς παιδιά, και είναι χιλιάδες… Η δύνη μας δυνάμωσε, μας άλλαξε, πλέον είμαστε Θεοί. ¨Το κουτί¨ έλαμψε και φυλάκισε τον Astrathiel. Ο Tzeentch κοιτώντας το κουτί είπε:
¨Ξέρω πως με ακούς. Το ξέρω γιατί όσο ήμασταν εμείς εκεί φυλακισμένοι σε ακούγαμε. Θα σε στείλω στο μέρος που μισούσες, εκεί όπου σε έστειλαν και τα δημιουργήματα της φυλής σου κοιτούσες με απαξίωση. Σε εξορίζουμε να υπάρχεις δίπλα σε ανάξια δημιουργήματα¨.
Τοποθέτησαν ¨το κουτί¨ στο σκάφος του συμβουλίου και το έστειλαν στον νέο κόσμο που έφτιαξαν οι Oldone. Τα αδέρφια ξαφνικά άρχισαν να αισθάνονται αδύναμα. Ένιωθαν μια ακατανίκητη επιθυμία να βρεθούν πάλι στην δύνη. Ήταν προφανές ότι οι δυνάμεις τους και όλη τους η ύπαρξη ήταν εξαρτημένη από την δύνη. Πλέον αυτός ήταν ο κόσμος τους. Από εκεί πλέον θα έβαζαν σε εφαρμογή τα σχέδια τους. Στην πάροδο των χρόνων η σχέση μεταξύ τους άλλαξε, δεν ήταν πλέον δεμένα τα αδέρφια, το καθένα ενεργούσε για δικό του όφελος. Σπάνια πια μαζεύονταν και ενεργούσαν με κάποιο κοινό σκοπό.
Κεφάλαιο 6
ΠΛΕΚΤΑΝΗ
Χιλιάδες χρόνια μετά κάπου στο Sartosa…
¨Ανάθεμα… Τι θέλω και μπλέκω με Ogres…; Ανάθεμα… εγώ ο Barbosa, ο μεγαλύτερος, ο εξυπνότερος πειρατής του Sartosa, τρέχω να ξεφύγω από ένα αναθεματισμένο Οgre. Καταραμένη η στιγμή που τον πήρα στο πλήρωμα μου. Δεν του είπα ποτέ πως θα τον πλήρωνα… τι θέλει τώρα;¨ Ένα μουγκρητό ακούστηκε μερικά μέτρα πιο πίσω.
¨Μην τρέχεις μεζεδάκι, θα σε βρω.¨
Η καρδιά του Barbosa χτυπούσε σαν τρελή. Αν δεν σταματούσε το τρέξιμο θα πέθαινε από την καρδιά του, αυτό ήταν σίγουρο. Για καλή του τύχη πίσω από κάτι θάμνους είδε την είσοδο μίας ψηλής σπηλιάς. Χωρίς να το σκεφτεί πολύ μπήκε μέσα. Ο χώρος ήταν περίεργος. Έμοιαζε με ναό, ναό αλλόκοτο και πέρα από κάθε φαντασία. Έμοιαζε να είναι φτιαγμένος από μέταλλο. Η πέτρα φαινόταν σαν να μην ήταν εκεί εξ’ αρχής. Ήταν σαν να τρύπησε τον ναό με βία και πλέον έχουν γίνει ένα. Ο Barbosa βρέθηκε σε μία στρογγυλή αίθουσα όπου στην μέση της υπήρχε ένας φαρδύς στύλος πάνω στον οποίο υπήρχε ένας κύβος. Έσκυψε πίσω από τον στύλο και παρακαλούσε να μην τον βρει το Ogre. To Ogre βρήκε εύκολα τα ίχνη και μπήκε στην σπηλιά. Βλέποντας τον στύλο το Ogre διέκρινε κάτι που έμοιαζε με φτερό. Ήταν ξεκάθαρα το φτερό από το καπέλο του Barbosa. Το σφυρί του Ogre σχεδόν διέλυσε τον στύλο στέλνοντας τον κύβο στον τοίχο με τρομακτική δύναμη. Μια ρωγμή σχηματίστηκε, μια ρωγμή αρκετά μικρή ώστε να μην φαίνεται αλλά αρκετά μεγάλη ώστε ο Astrathiel να μπορεί να επικοινωνήσει πλέον με τον έξω κόσμο. Εκείνη ήταν η τελευταία μέρα που είδαν τον Barbosa. Ήταν επίσης η πρώτη μέρα που μετά από χιλιάδες χρόνια ο Astrathiel έβλεπε την ευκαιρία για ελευθερία και εκδίκηση. Το πνεύμα του Astrathiel πλανήθηκε στον Sartosa ψάχνοντας για κάποιο πλάσμα ικανό να βοηθήσει στο σχέδιο του.
Ο Kemmler βάδιζε προς τον πύργο του Von Kaiser, ένα βαμπίρ πειρατής που μέρες πριν δέχτηκε επίθεση από κυνηγούς της Empire. Δεν έζησε κανείς από τους κυνηγούς αλλά και ο Von Kaiser είχε πληγωθεί αρκετά. Ο Kemmler πήγαινε εκεί για να βοηθήσει στην επούλωση των πληγών του παλιού του φίλου. Ο Astrathiel διάβαζε το μυαλό του Kemmler και είδε τα πάντα, τις γνώσεις και τις δυνάμεις του Kemmler. Στο μυαλό του Kemmler ακούστηκε μια φωνή.
¨Είμαι ο Astrathiel.¨
Ο Kemmler σάστισε, τα έχασε, νόμιζε πως τρελάθηκε. Ώρες μετά με ένα εξωπραγματικό διάλογο ο Astrathiel παρουσίασε το σχέδιο του στον Kemmler με την υπόσχεση ότι θα τον ανταμείψει και θα τον εξυψώσει μετά την ελευθέρωση. Το σχέδιο για την ελευθερία του ήταν απλό. Με την βοήθεια των Βαμπίρ θα έβρισκε τα απαραίτητα αντικείμενα για να ελευθερωθεί. Πως όμως θα έπειθαν τα Βαμπίρ για κάτι τέτοιο, γιατί να το κάνουν αυτό για τον Astrathiel; Δεν θα το έκαναν, θα το έκαναν όμως για τον Nagash. Η αποστολή του Kemmler ήταν να πείσει τα Βαμπίρ ότι όλο αυτό το εγχείρημα θα γινόταν για την ελευθέρωση του Nagash…
O Tzeentch άκουσε τα λεγόμενα του Astrathiel. Μπορεί να μην απευθύνονταν σ’ αυτόν, αλλά άκουσε τα πάντα. Χωρίς να χάσει χρόνο κατάστρωσε το δικό του σχέδιο. Έπρεπε να βρει πρώτος τα αντικείμενα. Κάλεσε τα αδέρφια του σε συμβούλιο όπου αποφάσισαν ότι ο Astrathiel δεν πρέπει να ελευθερωθεί. Το σχέδιο μπήκε σε εφαρμογή αμέσως…
Η σκέψη του Tzeentch γύριζε γύρω από πολλά. Πρώτη φορά δεν μπορούσε να διακρίνει όλες τις πιθανότητες και αυτό τον εξόργιζε. Πάντα, οτιδήποτε είχε σχέση με τον χαμένο αδελφό κουκούλωνε το μυαλό του. Ακόμα και εδώ, μπροστά από το πηγάδι της αιωνιότητας, βρισκόταν ανήμπορος να δει. Άκουσε θόρυβο πίσω του. Ο Μέγας Αρχιτέκτονας ήξερε ποιος ήταν.
-Έλα μέσα Κairos! Σε περίμενα!
τουλάχιστον ακόμα μπορούσε να προβλέψει πολλά όσον αφορά τους υποτακτικούς του και τα αδέλφια του.
-Αφέντη Tzeentch ,έρχομαι με καλά νέα. Το σχέδιο έχει μπει στον δρόμο του. Το ανθρώπινο υποκείμενο που ονομάζεται Vilitch, κατάφερε να πείσει τους 3 πολέμαρχους τους χάους να κάνουν αυτό που θέλει.
Ο Tzeentch σκέφτηκε ότι ποτέ δεν τον είχε απογοητεύσει ο Vilitch. Ακόμα διαλέγει τα σωστά μονοπάτια της μοίρας! Ποιός ξέρει, μπορεί και να κατάφερνε τελικά να φτάσει στο μονοπάτι όπου θα μεγαλουργήσει..
-Kairos, πιστέ μου υπηρέτη! Βαδίζουμε σε εύθραυστο έδαφος! Το σχέδιο για την επιστροφή του Nagash βαδίζει σε καλό δρόμο. Μέχρι στιγμής όλες οι φυλές που πηγαίνουν προς τα εκεί εξυπηρετούν τα σχέδια μου. Παραλαλητά, υπάρχει κάτι που μπορεί να αλλάξει τα σχεδία μου. Το αν θα σηκωθεί ο Nagash με αφήνει παγερά αδιάφορο, παρόλο που θα ήθελα να δω τι θα έκανε αν ξαναζούσε στον Οld world!
Ανεξαρτήτως, υπάρχει κάτι που πρέπει να κάνεις για εμένα. Έχω ήδη συμφωνήσει με τα υπόλοιπα αδέρφια μου, να σε βοηθήσουν στο έργο σου, παρόλο που νομίζουν ο καθένας ότι ήταν δίκια τους ιδέα και νομίζουν ότι έχουν και την αρχηγία! Ήταν αρκετά πιο εύκολο από ότι νόμιζα.
Πρέπει να κατεβείς στην χωρά των Νεκρών. Πρέπει να βρεις και να μου φέρεις 3 σημαντικά πράγματα για έμενα.
1ον)Το κουτί του Astrathiel
2ον)Το κλειδί του κουτιού
3ον)τον πάπυρο του Zoroathel, τον τελευταίο πάπυρο του είδους του.
-Αφέντη τα λόγια σου είναι και διαταγές μου.
Καθώς παρακολουθούσε τον υπηρέτη του να φεύγει ο Tzeentch τέντωσε τα τεραστία πολύχρωμα φτερά του άραγε ο Kairos να είχε καταλάβει τίποτα. Είναι ο μονός που θα μπορούσε. Αλλά και πάλι είχε προβλέψει τι θα γινόταν αν αυτό συνέβαινε!
Έπρεπε να προλάβει το ήξερε. Αν οι χαοτικοί θνητοί επιτύχαιναν έπρεπε να είναι προετοιμασμένος. Αν ο αδελφός του αποδρούσε από την φυλακή του έπρεπε να το προλάβει, να αποκτήσει το πλεονέκτημα σε αυτό που ερχόταν. Ξαναγύρισε το βλεμα του προς το πηγάδι. Άραγε αν βουτούσε το κεφάλι του τι θα γινόταν...
Κεφαλαιο 7
Η Μοιρα ενός θεου
Βαθεια στην ζουκλα της Lustria,υπαρχει ενας εγκαταλελειμενος ναος.Εκει σε μια πετρινη πλακα υπαρχει γραμμενη μια ξεχασμενη προφητεια.Μια προφητεια που αναφερετε σε ένα ξεχασμενο θεο.Εναν θεο που εξυψωθηκε πανω από τη θεση του και η αλαζονεια του ηταν αυτή που τον καταστρεψε.
Ο θεος αυτος εχει προφητευτει ότι θα επιστρεψει και τοτε θα φερει την καταστροφη σε ολοκληρο το συμπαν.Το ονομα αυτου του θεου είναι Astrathiel.
Ο καιρος της εκπληρωσης της προφητειας είναι πλεον εδώ.Η πρωτη προσπαθεια του Astrathiel απετυχε.Οι βασιλεις της Kemhri σταματησαν,εστω και εν αγνοια τους,την ελευθερωση του.Παιζοντας το τελευταιο του χαρτι,ο Astrathiel,διεταξε τον υπηρετη του kemmler να οδευσει στη κεφαλη ενός μεγαλου στρατευματος προς την τοποθεσια της φυλακης του στο νησι Sartosa.
Ο Tzeentch διαισθανομενος αυτό που επροκειτο να συμβει,διεδωσε την φημε.Ενας αρχαιος ναος,ξεχασμενος στην ληθη,εκρυβε ένα αρχαιο αντικειμενο.Τα νεα εφτασαν στα αυτια σχεδον ολων των φυλων του κοσμου.Η κάθε μια από αυτές,οδευε με τα στρατευματα της προς το Sartosa.Ολοι θελανε να ηταν αυτοι που θα ειχαν στο τελος στην κατοχη τους το αρχαιο αντικειμενο.
Ο Tzeentch επαιζε ένα πολύ επικνδυνο παιχνιδι.Το μελλον δεν ηταν ξεκαθαρο και προτιμουσε να χασει το αντικειμενο,και να το αποκτησει μετα βεβαια,παρα να πεσει στα χερια του Kemmler.Ουτως αλλιως πιστευε ότι οι περισσοτεροι δεν θα ηξεραν καν τι ειχαν στα χερια τους.
Το νησι Sartosa θα γινοταν το κεντρο του κοσμου και του συμπαντος.Το μελλον ολων εξαρτιοταν από το αποτελεσμα.
Η προφητεια είναι εδώ!Εσυ ποιου το μερος θα παρεις!
Ποιος θα επιβληθει…